ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ.
ΓΡΑΦΕΙ Η ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΖΗΣΗ, ΨΥΧΟΛΟΓΟΣ
Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς ότι η βασική δουλειά ενός προπονητή, όπως και κάθε δασκάλου άλλωστε, δεν είναι μονάχα να δείξει στο παιδί πρακτικές λεπτομέρειες, αλλά και να το βοηθήσει συνολικά με τη διάπλαση της προσωπικότητάς του και με τις αντιδράσεις του. Η σχέση επομένως που δημιουργείται μεταξύ του παιδιού ή του εφήβου και του προπονητή του, είναι μια σχέση που πρέπει να βασίζεται κυρίως στην εμπιστοσύνη και την κοινή αγάπη για τον αθλητισμό, είναι μια σχέση ιδιαίτερης αξίας και αφορά αποκλειστικά το μαθητή και το δάσκαλο.
Γιατί αλήθεια στέλνουμε τα παιδιά μας να ακολουθήσουν κάποιο άθλημα, εκτός από το ότι αυτό θα τα βοηθήσει να έχουν υγιέστερο οργανισμό και δυνατότερο, ωραιότερο σώμα? Οι περισσότεροι γονείς απαντούν σε αυτήν την ερώτηση ότι ωθούν τα παιδιά τους στον αθλητισμό για να κοινωνικοποιηθούν. Και αυτή είναι μια πολύ καλή απάντηση.
Η ενασχόληση με κάποιο άθλημα σημαίνει και ένταξη σε μια νέα ομάδα ατόμων και αντιμετώπιση νέων διαφορετικών καταστάσεων και απαιτήσεων, ακόμα και αν το άθλημα που ακολουθεί το παιδί δεν είναι ομαδικό, αλλά ατομικό. Το παιδί καλείται να μάθει νέα πράγματα, να συναναστραφεί με καινούριους ανθρώπους, να λειτουργήσει σε ένα πλαίσιο συναγωνισμού, ανταγωνισμού και ευγενούς άμιλλας. Καλείται να εφαρμόσει εντολές, να ακολουθήσει οδηγίες, να διδαχθεί πώς να αγωνίζεται, αλλά και πώς να κερδίζει ή πώς να χάνει. Όλα αυτά, είναι για το παιδί το χτίσιμο μιας νέας εμπειρίας που θα το ακολουθεί παντού και πάντα. Κανείς δε θέλει να κάνει παρέα με ένα παιδί που ουρλιάζει ή θυμώνει ή κλαίει, κάθε φορά που χάνει, κάθε φορά που δεν περνάει το δικό του ή κάθε φορά που κάνει μια λάθος κίνηση ή επιλογή.
Οι γονείς, λοιπόν είναι οφέλιμο να σπρώξουν τα παιδιά στον αθλητισμό. Σε κάτι δηλαδή που θα τα κάνει όχι μόνο υγιέστερα σωματικά, αλλά και πιο αποτελεσματικά κοινωνικά.
Ένα παιδί που ανταποκρίνεται σωστά στην ομάδα, ανταποκρίνεται σωστά και στο σχολείο, στην κατασκήνωση, στις παρέες και αύριο μεθαύριο στο πανεπιστήμιο, στο στρατό, στην εργασία του. Γιατί όλα αυτά είναι μικρές ή μεγάλες ομάδες και το παιδί πάντα θα πρέπει να προσαρμοστεί στις αρχές τους και κατά κανόνα να ακολουθήσει τις οδηγίες των ανωτέρων του, χωρίς να δημιουργεί φασαρίες και προβλήματα εκεί που δεν υπάρχουν. Ο αθλητισμός λοιπόν, βοηθάει τα παιδιά μας να λειτουργήσουν μέσα σε κάποια όρια.
Τι άλλο όμως παίρνει ως όφελος το παιδί που ασκείται? Ένα βασικό ψυχολογικό όφελος που έχει παρατηρηθεί, είναι η βελτίωση της διάθεσης του αθλούμενου. Με τον αθλητισμό έχει παρατηρηθεί ότι εκκρίνονται στον εγκέφαλο ουσίες που αυξάνουν τη χαρά και την ευφορία, επομένως μετά την άσκηση, το παιδί νιώθει χαρούμενο και “ανεβασμένο”.
Η γενικότερη αυτή ευφορία σε συνδυασμό με την ικανοποίηση που παίρνει το παιδί από την εξέλιξη των ικανοτήτων του στο άθλημα που έχει επιλέξει, το κάνει να συνεχίζει την προσπάθεια και να κάνει το καλύτερο δυνατό για να επιτύχει το στόχο του. Η προσπάθεια αυτή, διδάσκει το παιδί ότι σπανίως κάτι μας χαρίζεται από μόνο του. Είναι αναγκαίο να αφιερώσουμε χρόνο και κόπο για να επιτύχουμε.
Επιπλέον, μέσα από τον αθλητισμό, δίνεται στα παιδιά η ευκαιρία να βελτιώσουν την αυτοεκτίμησή τους. Με την αναπόφευκτη επίτευξη κάποιων από τους στόχους που τίθενται, τα παιδιά παίρνουν επιβεβαίωση και αντιλαμβάνονται καλύτερα τι μπορούν να κάνουν και τι όχι. Ανακαλύπτουν τα ταλέντα τους και μαθαίνουν να κάνουν αυτοκριτική.
Η εικόνα για τον εαυτό, είναι επίσης κάτι που τα παιδιά βελτιώνουν καθώς αθλούνται. Η σωματική τους κατάσταση γίνεται όλο και καλύτερη και αυτό τα κάνει να αποκτούν αυτοπεποίθηση και δυναμισμό, προσδίδοντάς τους σιγουριά και μειώνοντας τα συμπλέγματα.
Άλλο χαρακτηριστικό όφελος των ατόμων που κάνουν αθλητισμό είναι η εξισορρόπηση της ενέργειας. Οι αθλούμενοι αυξάνουν την ενέργειά τους και έχουν καλύτερη απόδοση σε όλους τους τομείς. Επίσης, εκτονώνονται σε κάτι υγιές και αποφεύγουν άλλες μορφές εκτόνωσης, περισσότερο επιθετικές.
Η αυτοπεποίθηση είναι ένα στοιχείο που φαίνεται να αυξάνεται στα παιδιά και τους εφήβους που κάνουν αθλητισμό, ίσως επειδή έχουν ευκαιρίες να επιτύχουν περισσότερους στόχους και αυτό τους “ανεβάζει”, ίσως επειδή τους δίνεται η δυνατότητα να αντιμετωπίσουν περισσότερες καταστάσεις αναλογικά με τα άλλα παιδιά της ηλικίας τους και να ωριμάσουν ευκολότερα. Σκοπός της άθλησης δεν πρέπει να είναι να κερδίζουν πάντοτε τα παιδιά μας, αλλά να βάζουν ρεαλιστικούς στόχους και να λειτουργούν προς αυτούς, χωρίς να εμποδίζουν τους άλλους.
Τα ερευνητικά δεδομένα έχουν πλέον κάνει σαφές ότι τα άτομα που ασχολούνται με τον αθλητισμό, αναπτύσσουν δικλίδες που τα προφυλάσσουν πολύ καλύτερα από τις συναισθηματικές διαταραχές και τις ψυχικές νόσους. Τα παιδιά που ασχολούνται με τον αθλητισμό, όπως θα φαντάζεστε, είναι δυσκολότερο να εμπλακούν σε εξαρτήσεις είτε από ουσίες, είτε από τον ανερχόμενο κίνδυνο της εποχής μας, την υπερβολική χρήση του διαδικτύου.
Όσοι αθλούνται, φαίνεται πως έχουν καλύτερη εικόνα για τον εαυτό τους, φροντίζουν τις επιδόσεις τους και αγαπούν το σώμα τους, παράγοντες που τους αποτρέπουν από το να εμπλακούν σε τοξικές εξαρτήσεις κάθε μορφής.
Κλείνοντας, να τονίσουμε ότι οι γονείς που συνειδητά εμπλέκουν τα παιδιά τους με τον αθλητισμό είναι αξιοθαύμαστοι, μόνο και μόνο γιατί μπαίνουν σε αυτήν τη διαδικασία για να προσφέρετε στα παιδιά τους υγιείς διεξόδους. Έχουν κάνει μία εξαιρετική επιλογή για την ψυχαγωγία και την κοινωνικοποίησή τους. Εμπιστεύονται τα παιδιά τους στους προπονητές, όπως τα εμπιστεύονται και στους δασκάλους του σχολείου και τα αφήνουν να εξελιχθούν, να μάθουν, να μεγαλώσουν και να αλληλεπιδράσουν ελεύθερα. Έξω από το σπίτι, μακριά από τη δική τους επίβλεψη, σε ένα διαφορετικό αλλά ασφαλές περιβάλλον. Τους δείχνουν πώς να κερδίζουν, πώς να είναι ευγενείς, αλλά και πώς να χάνουν, γιατί πολύ συχνά θα τύχει να το συναντήσουν και αυτό στη ζωή τους και φυσικά δε θέλουμε να απογοητευτούν τότε. Με λίγα λόγια, φροντίζουν από κοινού με τους προπονητές και την ομάδα, να διδάξουν στα παιδιά τους την ανεξαρτησία και το πνεύμα της κοινωνικότητας.
Όσοι δεν έχετε ακόμη γράψει τα παιδιά σας σε κάποιον αθλητικό όμιλο, κάντε το τώρα!